- αρχίμηνος
- ἀρχίμηνος, η (Μ)η πρώτη μέρα του μήνα.[ΕΤΥΜΟΛ. < αρχι-* + -μηνός < μην, μηνός (πρβλ. δεκάμηνος, ηλιτόμηνος, πάμμηνος)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
αρχι- — (AM ἀρχι ). [ΕΤΥΜΟΛ. Α συνθετικό λέξεων (κυρίως διοικητικών όρων) της αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής, καθώς επίσης και ξένων, ελληνογενούς ή μη προελεύσεως, τύπων. Το αρχι , το οποίο λίγο μετά την Ομηρική εποχή άρχισε να αντικαθιστά το… … Dictionary of Greek
αρχιμηνιά — η (Μ ἀρχιμηνιά και νία) [αρχίμηνος] η πρώτη μέρα του μήνα … Dictionary of Greek